Κυριακή 19 Ιουνίου 2016

Λέρος-Κάλυμνος Χ

Στο βάθος του ορμίσκου υπήρχε ένα είδος απότομου γκρεμού μπλοκαρισμένου από τεράστιους βράχους. Το έδαφος μέχρι εκεί ήταν καλυμμένο από κιλά σκουπιδιών: απομεινάρια διχτυών, πλαστικά κουτιά, μπουκάλια, ξύλα, λευκά φελιζόλ.... οποιοδήποτε υλικό επέπλεε, μπορούσε να παρασυρθεί από τα κύματα μέχρι εκείνη την παραλία, ακόμη και περισσότερο από δέκα μέτρα στην ενδοχώρα.



Αφού στέγνωσα και φόρεσα μπλουζάκι και σανδάλια, έψαξα για ένα κομματάκι ελεύθερου εδάφους να κάτσω, για να φάω κάτι πρόχειρο που κουβαλούσα στο σακίδιο. Η αρχική ιδέα ήταν να τα καταναλώσω κατά τη διάρκεια της πεζοπορίας στα βόρεια της Καλύμνου. Tα σχέδια είχαν ανατραπεί λίγο και πιθανώς δεν επρόκειτο πια να μπορέσω να φτάσω στην πρωτεύουσα του νησιού πριν τη νύχτα, αλλά στα ενδιάμεσα της διαδρομής υπήρχαν άλλες κατοικημένες περιοχές όπου θα έβρισκα κατάλυμα. 'Εφαγα πολύ λιγότερο απ' ό,τι η πείνα που πέρασα στο νερό προοιώνιζε (ευτυχώς, δεδομένου, ότι δεν είχα πάρει πολλά τρόφιμα). Καταβρόχθισα μερικές χούφτες φυστίκια και άλλες τόσες πατατάκια και μου πέρασε.

Ο Πάβελ είχε ήδη φάει, όσο με περίμενε. Κατά τη διάρκεια της αργοπορίας μου είχε ζυγίσει να διακινδυνεύσει να πλεύσει κόντρα στα κύματα, για να με ψάξει ή να τηλεφωνήσει για να βρει βοήθεια (δεν ξέρω αν την ακτοφυλακή ή για πίτσα delivery). Ξαπλώσαμε στη σκιά, που εκείνη την ώρα κάλυπτε το ένα τέταρτο του ορμίσκου. Χωρίς να φτάσω να κοιμηθώ, ήταν μια στιγμή απόλυτης ηρεμίας με τον ήχο των κυμάτων να σπάνε ακριβώς στα πόδια μας.


Πέμπτη 2 Ιουνίου 2016

Λέρος-Κάλυμνος ΙΧ

Μερικά χιλιόμετρα από το βόρειο άκρο της Καλύμνου υπάρχει στην ανατολική ακτή ένας κόλπος με έναν ορμίσκο χωρίς πρόσβαση στην ξηρά, συνέχεια ενός μικρού ακρωτηρίου. 'Οταν τον είδα, ένα νέο δίλημμα πέρασε ξαφνικά απ' το μυαλό μου. Να μπω μέσα μέχρι τον ορμίσκο ή να συνεχίσω κολυμπώντας πέρα από το ακρωτήριο; Το να σταματήσω στον ορμίσκο, μπορούσε να μου επιτρέψει να ξεκουραστώ για λίγο, μέχρι να κλείσει το στομάχι και να εξαφανιστεί η πείνα, αλλά επίσης μπορούσε να με κάνει να χάσω πολύτιμο χρόνο και δυνάμεις. 



Αποφασιστικές, για να πάρω μια απόφαση, ήταν δυο φιγούρες που μου φάνηκε ότι διέκρινα στον ορμίσκο. Μπορούσε να επρόκειτο για έναν αντικατοπτρισμό εξ αιτίας της έλλειψης γλυκόζης στον εγκέφαλο, αλλά όμως αυτή στα αριστερά είχε σχήμα πιρόγας και η άλλη δεξιά ανθρώπου, γι' αυτό κατευθύνθηκα προς τα εκεί. Την επόμενη φορά που σήκωσα το κεφάλι πάνω απ' τα κύματα, συνέχισαν να βρίσκονται εκεί αλλά πια δε μου φαίνονταν τόσο καθαρές. Την επόμενη, το μόνο που είδα ήταν μισή μορφή. Η κατάσταση χειροτέρευε. Σε κάθε περίπτωση, αν όλα ήταν προϊόν του μυαλού μου, ήταν ξεκάθαρο πως δεν μπορούσα να συνεχίσω το ταξίδι σ' αυτή την κατάσταση κι έτσι συνέχισα με κατεύθυνση τον ορμίσκο.

Λίγα μέτρα απ' την ξηρά ξανασήκωσα το κεφάλι και είδα τον Πάβελ καθισμένο στην ακτή δίπλα στο κανό του. Ακόμη κι αν μπορούσα να ολοκληρώσω τα τελευταία μέτρα με τα πόδια, κολύμπησα χωρίς σταματημό, μέχρι που κυριολεκτικά χτύπησα με το κεφάλι στην όχθη, που σ' αυτή την περίπτωση αποτελείτο από βότσαλα. Ο Πάβελ ήταν πολύ ανακουφισμένος που με ξανάβλεπε, αλλά η κοιλιά δε μου επέτρεψε να ανταποκριθώ στη διαχυτικότητά του. Ρίχτηκα πάνω στο σακίδιό μου ψάχνοντας ένα μπουκάλι νερό στο οποίο το πρωί είχα διαλύσει ζάχαρη, ο πιο γρήγορος τρόπος να ανακτήσω ένα ανεκτό γλυκαιμικό επίπεδο. Ακόμη θα έπρεπε να ξανακολυπήσω, για να βγω από εκείνη τη γωνίτσα, αλλά με το στομάχι γεμάτο θα ήταν πολύ πιο εύκολο.