Κυριακή 27 Δεκεμβρίου 2015

Λειψοί - Λέρος ΙV

Θέλησα να βγω απ' το νερό πριν να φορέσω τις σαγιονάρες. Ο ηφαιστειακός βράχος, εκτός από το ότι ήταν γεμάτος από αχινούς, σ' εκείνο το σημείο ήταν αρκετά τραχύς. Aνάμεσα στο ανώμαλο έδαφος και τη συνηθισμένη απώλεια ισορροπίας μετά από αρκετές ώρες γυρίζοντας συνεχώς το κεφάλι, τρίκλισα. Προσπάθησα να κατεβάσω το κέντρο βάρους ενώ έκανα βήματα προς τα πίσω, με το φόβο μήπως πατήσω κάποιον αχινό ή χτυπήσω σε κάποια βραχώδη προεξοχή. Η τύχη μου χαμογέλασε... μέχρι το τελευταίο βήμα, στο οποίο το δεξί πόδι χτύπησε επώδυνα κάτι. Έβαλα το κεφάλι κάτω από το νερό, για να ανακαλύψω στο βυθό έναν αχινό με τα υπόλοιπα των αγκαθιών του να πλέουν γύρω του. Η σκέψη ότι αυτός είχε πάθει χειρότερα, μού ανακούφισε μέρος του πόνου και ξέχασα το θέμα.
 

Ενώ μου παρέδιδε τον εξοπλισμό, κρατώντας τη βάρκα σε μικρή απόσταση από τα βράχια, ο Μιχάλης ακόμη επέμενε (γιατί ήδη μου το είχε προτείνει και πιο πριν) να τον περιμένω, μέχρι να γυρίσει να με πάρει με το αυτοκίνητο ή τη μηχανή του, αφού θα άφηνε το σκάφος στο λιμάνι. Δεν καταλάβαινε ότι ήθελα να κουραστώ περπατώντας τη Λέρο (λες και αντίθετα το ότι κουράστηκα κολυμπώντας από τους Λειψούς ήταν κατανοητό). Του επανέλαβα, ότι αν ο σκοπός του ταξιδιού ήταν να μην κουραστώ, θα πήγαινα πάνω στη βάρκα αντί να κολυμπάω στο πλάι της. Τον ευχαρίστησα ξανά για τη βοήθειά του, και τελικά έφυγε ολοταχώς. Το βράδι ξανασυναντηθήκαμε και μου εξήγησε ότι ένας γείτονας είχε πεθάνει και έπρεπε να πάει να δώσει τα συλληπητήριά του πριν από κάποια ώρα, και γι' αυτό έφυγε τόσο γρήγορα.

'Εμεινα πάνω στα βράχια, για να στεγνώσω και να ντυθώ με πολύ ηρεμία, πριν να προχωρήσω τελικά σ' εκείνο το δρόμο, που τόση ώρα κοιτούσα από το νερό. 'Οταν φόρεσα τα παπούτσια, συνειδητοποίησα ότι ο πόνος από την κλωτσιά στον αχινό είχε αυξηθεί αντί να ελαττωθεί. Κοίταξα το πόδι και βρήκα μισή ντουζίνα αγκάθια καρφωμένα στο πέλμα, κοντά στο μικρό δάχτυλο. Κατάφερα να βγάλω ένα, αλλά, καθώς με τα υπόλοιπα δεν υπήρχε τρόπος, ξεκίνησα το δρόμο με τα πόδια μέχρι το Λακκί, το κύριο λιμάνι της Λέρου. Θα έπρεπε να συνυπάρξω με τα αγκάθια το υπόλοιπο του ταξιδιού. Σχεδόν όλα με συνόδευσαν μέχρι τη Ρόδο.

Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2015

Λειψοί - Λέρος ΙΙΙ

Μερικά λεπτά μετά ήταν αυτός που με έκανε να σταματήσω. Μου έδειξε προς τα νοτιοδυτικά, λέγοντάς μου ότι υπήρχαν τρία δελφίνια, δύο μεγάλα κι ένα μικρό. Σύρριζα με τη θάλασσα, εγώ μόνο κατάφερα να διακρίνω δύο απ' αυτά να πηδάνε. 'Ηταν αρκετά μακριά, αλλά για κάποιους δεν παύει να είναι κάτι καινούργιο να τα βλέπει ελεύθερα τόσο κοντά στην ακτή. Τα δελφίνια συνέβαλαν στο να ξεχάσω σιγά - σιγά τις μέδουσες, από τις οποίες ευτυχώς δεν υπήρξε ούτε ίχνος ξανά.


'Οταν σύμφωνα με το ανακριβές νοητικό ρολόι υπολόγιζα ότι έπρεπε να βρισκόμαστε γύρω στα μισά της διαδρομής, ξανασταμάτησα. Σύγκρινα το πόσο κοντά φαινόταν ο Αρχάγγελος (το νησάκι που κλείνει την πιο κοντινή πρόσβαση στη Λέρο) με το πόσο μακριά φαινόντουσαν ήδη οι Λειψοί  και ρώτησα το Μιχάλη. Μου απάντησε ότι ήδη είχε γίνει ένα μεγάλο κομμάτι, ότι είχαμε περάσει τα μισά. 'Ολο αυτό είχε μια αρκετά επιζήμια επίδραση, γιατί μου έδωσε την εντύπωση ότι σχεδόν φτάσαμε. ΄Εχασα την ψυχραιμία μου και επιτάχυνα το ρυθμό, σα να έμενε μόνο ένα χιλιόμετρο (όταν κατά πάσα πιθανότητα έμεναν τέσσερα), κάτι το οποίο στο τελικό κομμάτι με άφησε χωρίς μέρος της φρεσκάδας με την οποία είχα κολυμπήσει έως τότε.

Αλλά, πάνω απ' όλα, η ζημιά ήταν ψυχολογική. Νομίζεις ότι λείπουν μόνο μερικά λεπτά για να τελειώσεις. Αφού περάσουν αυτά τα λεπτά ακόμη δεν τελειώνει. Ξαναυπολογίζεις ότι λείπουν λίγα λεπτά και πάλι δεν είναι αρκετά. 'Ετσι ξανά και ξανά. Και το αποκορύφωμα, η κίνηση του ήλιου κατά τη διάρκεια του πρωινού τόνισε τον αντικατοπτρισμό που προκαλούσε η ακτή και είχα την αίσθηση ότι κάνω μια διαδρομή σε σχήμα L αντί για ευθεία. To GPS πραγματικά δείχνει μια κάποια καμπυλότητα από τον Αρχάγγελο και μετά, αλλά γελοία συγκρινόμενη με την εικόνα που σχημάτιζα στο κεφάλι. 'Αλλο παράδειγμα για το πόσο άσχημα σκέφτεται κανείς όταν κολυμπάει. Πηγαίναμε προς αναζήτηση ενός σημείου γνωστού από το Μιχάλη, στο οποίο μπορούσε κανείς να βγει από το νερό, δεδομένου ότι μεγάλο μέρος εκείνου του άκρου της Λέρου ήταν μη προσβάσιμο με τα πόδια. Κάποια στιγμή μου έδειξε ένα χωματόδρομο που φαινόταν στην ξηρά, από όπου επρόκειτο να βγω εγώ. Φαινόταν τεράστιος. Έπρεπε να βρισκόταν σε λιγότερο από  200 μέτρα απόσταση. Αλλά κάθε λίγη ώρα σήκωνα το κεφάλι και συνέχιζε να βρίσκεται στα 200 μέτρα. Το τέλος ήταν πολύ πιο δύσκολο νοητικά παρά φυσικά. Μέχρι και στον ίδιο τον τελικό προορισμό συνεχίστηκε το βασανιστήριο. Τα βράχια, από τα οποία επρόκειτο να βγω, έμοιαζαν να βρίσκονται 30 απλωτές μακριά. Μέτρησα πάνω από 100 μέχρι να μπορέσω να τ' αγγίξω.



Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

Λειψοί - Λέρος ΙΙ

'Οσο έκανα τις προετοιμασίες για το κολύμπι, συζητούσαμε. Σε κάθε φράση, αυτός έβαζε όλες τις λέξεις, που μπορούσε, σε ένα παράξενο μείγμα ισπανικών με ιταλικά. Είχε υπάρξει ναυτικός σε εμπορικό πλοίο και είχε περάσει κάποια χρόνια στη Λατινική Αμερική. Για τον καιρό που είχε περάσει χωρίς να τα μιλάει, το λεξιλόγιό του ήταν αρκετά αποδεκτό. Με τη συζήτηση ξέχασα κάποιες λεπτομέρειες, όπως το να βάλω αντιηλιακό στην πλάτη. Δεν το θυμήθηκα μέχρι που βρέθηκα στο νερό. Τέλος πάντων, άλλη μια φορά που θα καώ.... Από την προβλήτα του έδωσα τα πάντα εκτός από τις σαγιονάρες και γύρισα στην παραλία για να μπω στο νερό. Κολύμπησα μέχρι εκεί που με περίμενε, του έδωσα τις σαγιονάρες και φύγαμε με κατεύθυνση τη Λέρο.



'Οπως εκείνη τη στιγμή ακόμη δεν είχα χάσει όλες τις ελπίδες να κολυμπήσω κάποιες μέρες παραπάνω, ξεκίνησα με ήρεμο ρυθμό, για να μη μου κοστίσει η προσπάθεια τις επόμενες ημέρες. Αφού απομακρυνθήκαμε από τους Λειψούς, η επιφάνεια της θάλασσας ρυτίδιασε λιγάκι, αλλά συνέχιζε να είναι άνετη η κολύμβηση. Μετά από μισή ώρα, κάνοντας βύθισμα με το αριστερό μπράτσο, μου μπλέχτηκε ένα είδος νήματος στον άνω βραχίονα. Αμέσως κούνησα το χέρι για να το ξεφορτωθώ, και τότε ένιωσα έναν ελαφρύ ερεθισμό, όπου εκείνο με είχε αγγίξει. Δεν ήταν τίποτα σπουδαίο, αλλά αρκετό για να σκεφτώ τις μέδουσες. 'Εκανα την πρώτη στάση για να πιω και ρώτησα το Μιχάλη, αν υπήρχαν μέδουσες. 'Οπως υπέθετε, μου είπε ότι όχι.

Ούτε πέντα λεπτά μετά, μία με χτύπησε κατ' ευθείαν στον αριστερό ώμο. Χωρίς να λογαριάσω ένα τσούξιμο στο πρόσωπο, αυτή ήταν η πιο επώδυνη που είχα νιώσει ποτέ. Δεν έχω ιδέα με τι είδους τέρας συναντήθηκα, αλλά, επίσης σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες, αυτή μου άφησε ένα σημάδι που διήρκησε για κανα-δυο μέρες. Αντιθέτως με αυτό που αναμενόταν από το χτύπημα, το σημάδι που έμεινε δεν ήταν ένας κύκλος, αλλά μία ρίγα ζικ-ζακ. 'Οπως και να 'χει, αυτό ξύπνησε την παράνοια μέσα μου. Αν αυτό στον βραχίονα μπορούσε να ήταν μια εγκαταλελειμμένη πετονιά, αυτό στον ώμο δεν άφηνε περιθώρια για αμφιβολίες. Για μένα πια, δεν υπήρχε ούτε Λέρος, ούτε Μιχάλης, ούτε κύματα. Μόνο ένα ναρκοπέδιο από μέδουσες που περίμεναν να τις αγγίξω για να εκραγούν στο δέρμα μου. 'Αλλαξα τον τρόπο κολύμβησης, σηκώνοντας το κεφάλι για να προσπαθώ να τις δω να έρχονται. Παρ' όλο που η προηγούμενη εμπειρία δε συνιστούσε να διατηρώ αυτή τη στάση για παραπάνω από τρία τέταρτα της ώρας, αφού πριν δύο χρόνια το είχα κάνει και επιβαρύνθηκαν οι μυς του λαιμού μου, ο φόβος, μήπως συναντήσω κάποιο άλλο από αυτά τα μισητά πλάσματα, βάραινε περισσότερο.

Ένα δείγμα για το πόσο άσχημα δουλεύει το μυαλό υπό αυτές τις συνθήκες δόθηκε λίγο μετά. Από τα δεξιά πλησίαζε ένα εμπορικό αρκετά μεγάλο με κατεύθυνση κάθετη, προς τα ανατολικά, με τέτοιο τρόπο που αν κι οι δύο πηγαίναμε με την ίδια ταχύτητα, θα μπορούσαμε να έχουμε συγκρουστεί 300 μέτρα μετά. Μόνο που προφανώς αυτό δεν επρόκειτο να συμβεί, γιατί το σκάφος έπρεπε να πηγαίνει δέκα φορές πιο γρήγορα. Το ήξερα καλά αυτό. Όμως ακόμη κι έτσι, το κοιτούσα με δυσπιστία ενώ σκεφτόμουν τι ενοχλητικό ήταν και προσέχοντας να μην πλησιάσουμε υπερβολικά. 'Οταν πέρασε από μπροστά (ακόμη έπρεπε να βρισκόταν παραπάνω από 250 μέτρα μακριά), σταμάτησα για να βεβαιωθώ ότι δεν ενοχλούσε και ο Μιχάλης, πάντα προσεκτικός, σταμάτησε επίσης μερικά μέτρα πιο μπροστά. Δε σκέφτηκα μια ερώτηση πιο ανόητη να του κάνω από το πού πήγαινε το καράβι. Ανόητη γιατί προς εκείνη την κατεύθυνση υπήρχε μόνο η Μικρά Ασία, και ανόητη γιατί που να ήξερε ο Μιχάλης τον ακριβή προορισμό του κάθε καραβιού. Η απάντησή του ήταν η καλύτερη δυνατή σε μια χαζομάρα σαν κι αυτή: Χωρίς να πει τίποτα έδειξε προς την Τουρκία.








Τετάρτη 16 Δεκεμβρίου 2015

Λειψοί - Λέρος Ι

Την προβλεπόμενη μέρα για το διάπλου ανάμεσα στα νησιά Λειψοί και Λέρος βγήκα στο δρόμο, όταν άρχισε να χαράζει. Είχα δώσει ραντεβού στις επτά με το Μιχάλη, έναν συνταξιούχο ψαρά, στην προβλήτα της Κατσαδιάς, σε λιγότερο από δύο χιλιόμετρα από την πρωτεύουσα των Λειψών. Παρ' όλο που τα κοκόρια απ' όλες τις μεριές συναγωνίζονταν αυτή την ώρα, για το ποιός θα είναι ο πιο δυνατός τραγουδιστής, η ηρεμία βασίλευε στο χωριό. Στην πραγματικότητα, συνεχίστηκε σε όλη τη διαδρομή μέχρι την προβλήτα. Η μοναδική ανθρώπινη παρουσία, που είδα, ήταν ένα φορτηγάκι που με προσπέρασε σε μια μακριά ανηφόρα. Πενήντα μέτρα μετά, ο οδηγός σταμάτησε, έσκυψε από το παράθυρο και με ρώτησε αν ήθελα να με πάει κάπου. Από μακριά, τον ευχαρίστησα για την προσφορά και του απάντησα όχι. Στο υπόλοιπο της διαδρομής, ούτε καν συνάντησα κάποιο κοπάδι όπως την προηγούμενη μέρα. Μόνο μια κουκουβάγια κι ένα ζευγάρι κουνέλια, που έφυγαν απ' το δρόμο μόλις με είδαν.




Τα τελευταία μέτρα πριν να φτάσει κανείς στον όρμο της Κατσαδιάς αποτελούνται από μια κατηφόρα, και από ψηλά υπάρχει μια πανέμορφη θέα προς την πλευρά της Λέρου. Είχα φτάσει είκοσι λεπτά νωρίτερα και έτσι σταμάτησα για να την ατενίσω. Μπόρεσα να εκτιμήσω δυο σημαντικά πράγματα. Το πρώτο ήταν ότι η θάλασσα ήταν ήρεμη σαν καθρέφτης. Φαινόταν ότι οι άνεμοι του Αιγαίου είχαν παραχωρήσει μια ανάπαυλα. Το δεύτερο δεν ήταν τόσο καθησυχαστικό: Eκτός από τέσσερα-πέντε ιστιοφόρα, που διακρίνονταν στο βάθος στον κόλπο, δεν υπήρχε ίχνος από κάποιο σκάφος που να ανέβαινε από τη Λέρο. Ο Μιχάλης μου είχε πει ότι με το βαρκάκι του χρειαζόταν μια ώρα για να φτάσει μέχρι τους Λειψούς, γι' αυτό στις επτά παρά είκοσι θα έπρεπε να βρίσκεται τουλάχιστον στα μισά του δρόμου. Δεν ήταν ότι επρόκειτο να αργήσει, ήταν ότι ούτε καν βρισκόταν στην αρχή της διαδρομής.

Κατέβηκα μέχρι την παραλία και την προβλήτα καθώς τον καταριόμουν. 'Αφησα τον εξοπλισμό στο έδαφος και σκαρφάλωσα σε κάποιους βράχους που υπάρχουν στο τέλος της προβλήτας για να μπορέσω να ξανακοιτάξω προς την πλευρά της Λέρου, που μένει κρυμμένη από το ύψος του εδάφους. Δεν είναι ότι περίμενα, ότι ο Μιχάλης θα εμφανιζόταν νωρίτερα επειδή θα επαγρυπνούσα, αλλά το να ανεβαίνεις στους υφάλους είναι πάντα ένας ευχάριστος τρόπος να περνάς την ώρα σου. Ενώ σκεφτόμουν τι να κάνω, μου φάνηκε ότι διέκρινα μια καμπίνα ανάμεσα στα κατάρτια των ιστιοφόρων στα δεξιά. Φοβήθηκα, ότι η επιθυμία μου να εμφανιστεί ο Μιχάλης, με έκανε να φαντάζομαι κάτι που δεν υπήρχε. 'Οταν άρχισε να ακούγεται ο βόμβος της μηχανής, άρχισα να πιστεύω ότι ίσως να ήταν αυτός. Σε λίγο, εμφανίστηκε πίσω από ένα από τα ιστιοφόρα ολόκληρο το σκάφος του. Στις επτά παρά δέκα βρισκόμασταν και οι δύο στο σημείο συνάντησης. Απ' ό,τι μου είπε εκείνο το βράδι είχε ψαρέψει μερικά καλαμάρια και για να μην καταστραφούν από τη ζέστη του πρωινού, είχε πάει πριν απ' όλα στο λιμάνι των Λειψών για να τα παραδώσει σε κάποιον.